ΟΛΙΓΑΠΟΛΑΠΟΛΛΑΠΟΛΙΓΑ
...ένα e-περιοδικό ποικίλης ύλης, που έχει ως σκοπό να εντοπίζει ό,τι αξιόλογο, πρωτότυπο ή και παράξενο υπάρχει στο διαδίκτυο,
όπως και να εμπλουτίζεται διαρκώς με τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τους προβληματισμούς μας για την ζωή και τον κόσμο μας γενικότερα...

Παροιμιώδεις λαϊκές φράσεις_1

...σχετικές με ονόματα ανθρώπων:

 "Ακόμα δεν τον είδανε και Γιάννη τον βαφτίσανε"
Ο Αγγελάκης Νικηταράς παράγγειλε κάποτε του Κολοκοτρώνη να κατέβει στο χωριό του, για να βαφτίσει το μωρό του, που επρόκειτο να το βγάλουν Γιάννη, αλλά για να τον τιμήσουν, αποφάσισαν να του δώσουν τ’ όνομά του, δηλαδή Θεόδωρο. Εκείνος του απάντησε τότε, πως ευχαρίστως θα πήγαινε μόλις «θα έκλεβε λίγο καιρό», γιατί τις μέρες εκείνες έδινε μάχες. Πέρασε, όμως, σχεδόν ένας ολόκληρος μήνας χωρίς να φανεί και μετά από δεύτερη παράκληση του Νικηταρά, ο Γέρος του Μοριά πήρε την απόφαση και κατέβηκε στο χωριό. Αλλά μόλις μπήκε στο σπίτι του φίλου του, δεν είδε κανένα μωρό, ούτε καμιά προετοιμασία για βάφτιση. Τι είχε συμβεί; Η γυναίκα του Νικηταρά ήταν στις μέρες της να γεννήσει... Επειδή, όμως, ο τελευταίος ήξερε πως ο Γέρος ήταν απασχολημένος και πως θ’ αργούσε οπωσδήποτε να τους επισκεφτεί - οπότε θα είχε γεννηθεί πια το παιδi - τού παράγγελνε και τού ξαναπαράγγελνε προκαταβολικά για τη βάφτιση! Όταν ο Κολοκοτρώνης άκουσε αυτή την απολογία του Νικηταρά, ξέσπασε σε δυνατά γέλια και φώναξε: «Ωχού μωρέ, ακόμα δεν τον είδανε και Γιάννη τον βαφτίσανε!»
 "Έγινε του Κουτρούλη ο γάμος"
Ο Ιωάννης Κουτρούλης, που πιθανώς ζούσε στη Μεθώνη, συγκατοίκησε με γυναίκα που είχε φύγει από το συζυγικό της σπίτι μετά από κάποιο σκάνδαλο. Για το λόγο αυτό, όμως, η γυναίκα αφορίστηκε από την εκκλησία. Πέρασαν εν τω μεταξύ 17 χρόνια, και ο Κουτρούλης, μη εννοώντας να απομακρυνθεί από τη γυναίκα, προσπαθούσε με κάθε τρόπο να του επιτραπεί να την παντρευτεί νόμιμα... Ο νόμιμος και πρώτος σύζυγος που αντιδρούσε, βασάνιζε για 17 χρόνια τον Κουτρούλη! Τα πράγματα, όμως, άλλαξαν το Μάιο του 1394: ο πατριάρχης Αντώνιος Δ΄, στον οποίο η αφορισθείσα παρουσίασε διαζύγιο που είχε γίνει επί - εν τω μεταξύ αποθανόντος - επισκόπου Μεθώνης Καλογεννήτου, με το οποίο ο γάμος θεωρούνταν νομίμως διαλελυμένος, αναγνώρισε το δίκιο της και με γράμματά του και προς τον μητροπολίτη Μονεμβασίας και προς τον επίσκοπο Μεθώνης επέτρεψε την τέλεση του γάμου, εφόσον όμως αποδεικνυόταν ότι ο Κουτρούλης δεν είχε καμιά ιδιαίτερη σχέση με τη γυναίκα, με την οποία συγκατοικούσε, για όσο αυτή ζούσε με τον πρώτο σύζυγό της...
    "Όλα τα 'χει η Μαριορή ο φερετζές της λείπει"  
Στα χρόνια του βασιλιά Όθωνα η Αθήνα ήταν μια μικρή πόλη, που κάθε άλλο παρά με τη σημερινή έμοιαζε... Κοντά σε όλες τις ελλείψεις και η ψυχαγωγία ήταν περιορισμένη τότε και θα ήταν πολύ τυχερός κάποιος, εάν κατάφερνε να τον προσκαλέσουν στις λιγοστές κοσμικές συγκεντρώσεις που γίνονταν. Η είσοδος στα κοσμικά σαλόνια δεν μπορεί να πει κανείς πως ήταν πολύ δύσκολη. Βέβαια, δεν ήταν και πολύ εύκολο να βρίσκεται κανείς σε μια δεξίωση του Αντιβασιλιά Άρμανσμπεργκ. Σε μια από αυτές τις συγκεντρώσεις βρισκότανε και ο  πολιτικός Ιωάννης Κωλέττης, ο οποίος, όταν τον ρώτησαν τι γνώμη έχει για το αραχνοΰφαντο μαύρο βέλο που φορούσε η εύθυμη χήρα των σαλονιών Μαριορή-Ζαφειρίτσα Κοντολέοντος, εκείνος απάντησε: χαρακτηριστικά: «Έτσι δε θα φαίνεται, όταν θα κοκκινίζει καμιά φορά αν ...» και συμπλήρωσε: «Μωρέ, όλα τα 'χει η Μαριορή ...ο φερετζές της λείπει!».
"Τα ίδια, Παντελάκη μου, τα ίδια, Παντελή μου"
Ο Παντελής Αστραπογιαννάκης ήταν ένας Κρητικός, ο οποίος, όταν οι Ενετοί κυρίεψαν το νησί, πήρε τα βουνά μαζί με μερικούς τολμηρούς συμπατριώτες του. Από εκεί κατέβαιναν τις νύχτες και χτυπούσαν τους κατακτητές μέσα στα κάστρα τους. Για να δίνει, ωστόσο, κουράγιο στους νησιώτες, τους υποσχόταν ότι θα ελευθέρωναν γρήγορα την Κρήτη. Με το σήμερα, όμως, και με το αύριο, ο καιρός περνούσε και η κατάσταση του νησιού αντί να καλυτερεύει, χειροτέρευε... Οι Κρητικοί άρχισαν να απελπίζονται, αλλά αυτός εξακολουθούσε να τους δίνει ελπίδες για σύντομη απελευθέρωση. Οι συμπατριώτες του, όμως δεν τον πίστευαν πια... Όταν λοιπόν, πήγαινε να τους μιλήσει, όλοι μαζί του έλεγαν: «Ξέρουμε τι θα πεις... Τα ίδια, Παντελάκη μου, τα ίδια, Παντελή μου»...
"Χρωστάει της Μιχαλούς"
Μετά την επανάσταση του 1821 υπήρχε στο Ναύπλιο μια ταβέρνα που ανήκε σε μια γυναίκα, τη Μιχαλού. Η Μιχαλού είχε το προτέρημα να κάνει «βερεσέδια» αλλά υπό προθεσμία. Μόλις εξαντλείτο η προθεσμία και η υπομονή της, τότε στόλιζε τους χρεώστες της με «κοσμητικότατα» επίθετα... Όσοι τα άκουγαν, ήξεραν καλά ότι αυτός που δέχεται τις «περιποιήσεις» της ...«χρωστάει της Μιχαλούς»!     

Δεν υπάρχουν σχόλια: